Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἔσσυο
ἔσσυται
ἔσσυτο
ἔσσω
ἐστάθη
ἕσταθι
ἔσται
ἕσταμεν
ἑστάμεν
ἔσταν
ἑσταότ-
ἔστασαν
ἕστασαν
ἑστᾶσι
ἔστε
ἐστέ
ἕστηκε
ἑστήκει(ν)
ἔστην
ἐστήρικτο
ἐστήριξε
View word page
ἑσταότ-
pf. pple. ἵστημι C.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἑσταότ-
Headword (normalized):
ἑσταότ-
Headword (normalized/stripped):
εσταοτ-
IDX:
4094
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4095
Key:
Data
{'content': '<p>pf. pple. ἵστημι C.</p>'}