Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐσκέδασε
ἔσκον
ἐσμαίομαι
ἔσομαι
ἐσοράω
ἐσόψομαι
ἔσπασε
ἔσπεισαν
ἔσπεο
ἕσπερα
ἑσπέριος
ἕσπερος
ἔσπετε
ἕσπετο
ἕσσα
ἕσσαι
ἕσσαι
ἕσσατο
ἐσσείοντο
ἐσσεῖται
ἔσσευα
View word page
ἑσπέριος

[(ϝ)έσπερος.]

ShortDef

in the evening, western

Debugging

Headword:
ἑσπέριος
Headword (normalized):
ἑσπέριος
Headword (normalized/stripped):
εσπεριος
IDX:
4066
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4067
Key:

Data

{'content': '<p>[(ϝ)έσπερος.]</p>'}