Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐσκαταβαίνω
ἐσκέδασε
ἔσκον
ἐσμαίομαι
ἔσομαι
ἐσοράω
ἐσόψομαι
ἔσπασε
ἔσπεισαν
ἔσπεο
ἕσπερα
ἑσπέριος
ἕσπερος
ἔσπετε
ἕσπετο
ἕσσα
ἕσσαι
ἕσσαι
ἕσσατο
ἐσσείοντο
ἐσσεῖται
View word page
ἕσπερα

metaplastic neut. pl. ἕσπερος.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἕσπερα
Headword (normalized):
ἕσπερα
Headword (normalized/stripped):
εσπερα
IDX:
4065
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4066
Key:

Data

{'content': '<p>metaplastic neut. pl. ἕσπερος.</p>'}