Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἐσβαίη
ἔσβεσε
ἐσδέρκομαι
ἐσδύνω
ἐσέδρακον
ἐσελεύσομαι
ἔσελθε
ἐσεμάσσατο
ἐσέρχομαι
ἐσέχυντο
ἐσήλατο
ἐσημήναντο
ἔσηνε
ἕσθην
ἐσθής
ἐσθίω
ἐσθλός
ἔσθορε
ἔσθος
ἐσθρῴσκω
ἔσθω
View word page
ἐσήλατο
3 sing. aor. ἐσάλλομαι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐσήλατο
Headword (normalized):
ἐσήλατο
Headword (normalized/stripped):
εσηλατο
IDX:
4039
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.4040
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. ἐσάλλομαι.</p>'}