Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐρέβινθος
ἐρεείνω
ἐρέεσθαι
ἐρεθίζω
ἐρέθω
ἐρείδω
ἐρείκω
ἔρειο
ἐρείομεν
ἐρείπω
ἔρεισε
ἐρείσθη
ἐρεμνός
ἔρεξα
ἐρέοιμι
ἐρέοντο
ἐρέπτομαι
ἐρέριπτο
ἐρέσθαι
ἐρέσσω
ἐρέτης
View word page
ἔρεισε

3 sing. aor. ἐρείδω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἔρεισε
Headword (normalized):
ἔρεισε
Headword (normalized/stripped):
ερεισε
IDX:
3904
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3905
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. ἐρείδω.</p>'}