Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἑπταπόδης
ἑπτάπυλος
ἔπταρε
ἔπτατο
ἕπταχα
ἔπτηξαν
ἐπτοίηθεν
ἐπύθοντο
ἕπομαι
ἕπω
ἐπώμοσε
ἐπώνυμος
ἐπῶρσε
ἐπῶρτο
ἐπώχατο
ἐπῴχετο
ἐπάασθε
ἔραζε
ἔραμαι
ἐραννός
ἔρανος
View word page
ἐπώμοσε

3 sing. aor. ἐπόμνυμι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπώμοσε
Headword (normalized):
ἐπώμοσε
Headword (normalized/stripped):
επωμοσε
IDX:
3872
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3873
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. ἐπόμνυμι.</p>'}