Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἑπταβόειος
ἑπτάετες
ἑπταπόδης
ἑπτάπυλος
ἔπταρε
ἔπτατο
ἕπταχα
ἔπτηξαν
ἐπτοίηθεν
ἐπύθοντο
ἕπομαι
ἕπω
ἐπώμοσε
ἐπώνυμος
ἐπῶρσε
ἐπῶρτο
ἐπώχατο
ἐπῴχετο
ἐπάασθε
ἔραζε
ἔραμαι
View word page
ἕπομαι

[σεπ-.]

(ἀμφι-, δι-, ἐφ-, μεθ-.)

ShortDef

follow

Debugging

Headword:
ἕπομαι
Headword (normalized):
ἕπομαι
Headword (normalized/stripped):
επομαι
IDX:
3870
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3871
Key:

Data

{'content': '<p>[σεπ-.]</p> <p>(ἀμφι-, δι-, ἐφ-, μεθ-.)</p>'}