Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἔπρησε
ἑπτά
ἑπταβόειος
ἑπτάετες
ἑπταπόδης
ἑπτάπυλος
ἔπταρε
ἔπτατο
ἕπταχα
ἔπτηξαν
ἐπτοίηθεν
ἐπύθοντο
ἕπομαι
ἕπω
ἐπώμοσε
ἐπώνυμος
ἐπῶρσε
ἐπῶρτο
ἐπώχατο
ἐπῴχετο
ἐπάασθε
View word page
ἐπτοίηθεν

3 pl. aor. pass. πτοιέω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπτοίηθεν
Headword (normalized):
ἐπτοίηθεν
Headword (normalized/stripped):
επτοιηθεν
IDX:
3868
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3869
Key:

Data

{'content': '<p>3 pl. aor. pass. πτοιέω.</p>'}