Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἀκουή
ἄκουρος
ἀκούω
ἀκράαντος
ἀκραής
ἄκρα
ἄκρητος
ἀκρίς
ἄκρις
ἀκριτόμυθος
ἄκριτος
ἀκριτόφυλλος
ἀκροκελαινιάω
ἀκρόκουος
ἄκρον
ἀκρόπολις
ἀκρόπολος
ἀκροπόρος
ἄκρος
ἀκτή
ἀκτή
View word page
ἄκριτος
[ἀ-1 + κρίνω.]
ShortDef
undistinguishable, unarranged, disorderly
Debugging
Headword:
ἄκριτος
Headword (normalized):
ἄκριτος
Headword (normalized/stripped):
ακριτος
IDX:
375
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.376
Key:
Data
{'content': '<p>[ἀ-1 + κρίνω.]</p>'}