Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἄκος
ἄκοσμος
ἀκοστέω
ἀκουάζομαι
ἀκουή
ἄκουρος
ἀκούω
ἀκράαντος
ἀκραής
ἄκρα
ἄκρητος
ἀκρίς
ἄκρις
ἀκριτόμυθος
ἄκριτος
ἀκριτόφυλλος
ἀκροκελαινιάω
ἀκρόκουος
ἄκρον
ἀκρόπολις
ἀκρόπολος
View word page
ἄκρητος

-ον [ἀ-1 + κρη-, κεράννυμι.]

Unmixed: οἴνῳ Od. 24.73. Cf. Od. 2.341, Od. 9.297.

So σπονδαὶ ἄκρητοι (ratified by libations of unmixed wine) Il. 2.341 = Il. 4.159.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἄκρητος
Headword (normalized):
ἄκρητος
Headword (normalized/stripped):
ακρητος
IDX:
371
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.372
Key:

Data

{'content': '<p>-ον\n[ἀ-1 + κρη-, κεράννυμι.]</p> <p>Unmixed: οἴνῳ Od. 24.73. Cf. Od. 2.341, Od. 9.297.</p> <p>So σπονδαὶ ἄκρητοι (ratified by libations of unmixed wine) Il. 2.341 = Il. 4.159.</p>'}