Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐπεποίθει
ἐπεπόνθει
ἐπέπταρε
ἐπέπτατο
ἐπέπυστο
ἐπέρασσα
ἐπερείδω
ἐπέρησα
ἐπέρριψαν
ἐπερρώσαντο
ἔπερσε
ἐπερύω
ἐπέρχομαι
ἔπεσαν
ἐπεσβολίη
ἐπεσβόλος
ἔπεσε
ἐπέσπον
ἐπέσσεται
ἐπέσσευε
ἐπέσσυται
View word page
ἔπερσε

3 sing. aor. πέρθω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἔπερσε
Headword (normalized):
ἔπερσε
Headword (normalized/stripped):
επερσε
IDX:
3548
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3549
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. πέρθω.</p>'}