Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐπελήλυθα
ἐπέλησε
ἐπελθών
ἐπεμάσσατο
ἐπεμβαίνω
ἐπεμήνατο
ἐπέμυξαν
ἔπεμψε
ἐπένεικα
ἐπένειμε
ἐπενήνοθε
ἐπεντανύω
ἐπεντύ͂νω
ἐπεντύω
ἐπέοικε
ἐπεπήγει
ἐπέπιθμεν
ἐπέπληγον
ἐπέπλως
ἐπεποίθει
ἐπεπόνθει
View word page
ἐπενήνοθε

Il. 2.219, Il. 10.134: Od. 8.365

[ἐπ-, ἐπι- 1.]

See ἐνήνοθε, ἐπανήνοθε.

ShortDef

grew upon

Debugging

Headword:
ἐπενήνοθε
Headword (normalized):
ἐπενήνοθε
Headword (normalized/stripped):
επενηνοθε
IDX:
3529
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3530
Key:

Data

{'content': '<p>Il. 2.219, Il. 10.134: Od. 8.365</p> <p>[ἐπ-, ἐπι- 1.]</p> <p>See ἐνήνοθε, ἐπανήνοθε.</p>'}