Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἄγαλμα
ἄγαμαι
ἄγαμος
ἀγάννιφος
ἀγανός
ἀγανοφροσύνη
ἀγανόφρων
ἀγαπάζω
ἀγαπάω
ἀγαπήνωρ
ἀγαπητός
ἀγάρροος
ἄγασθε
ἀγάσσατο
ἀγάστονος
ἀγαυός
ἀγγελία
ἀγγέλλω
ἄγγελος
ἄγγος
ἄγε
View word page
ἀγαπητός

[ἀγαπάω.]

ShortDef

beloved

Debugging

Headword:
ἀγαπητός
Headword (normalized):
ἀγαπητός
Headword (normalized/stripped):
αγαπητος
IDX:
34
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.35
Key:

Data

{'content': '<p>[ἀγαπάω.]</p>'}