Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἑξῆς
ἔξιδεν
ἐξιέναι
ἐξίημι
ἐξιθύνω
ἐξικνέομαι
ἐξίμεναι
ἐξίσχω
ἔξιτε
ἐξοίσουσι
ἐξοιχνέω
ἐξοίχομαι
ἐξόλλυμι
ἐξονομαίνω
ἐξονομακλήδην
ἐξόπιθε
ἐξοπίσω
ἐξορμάω
ἐξοφέλλω
ἔξοχος
ἐξυπανίστημι
View word page
ἐξοιχνέω

[ἐξ- 1.]

3 pl. ἐξοιχνεῦσι.

ShortDef

to go out

Debugging

Headword:
ἐξοιχνέω
Headword (normalized):
ἐξοιχνέω
Headword (normalized/stripped):
εξοιχνεω
IDX:
3415
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3416
Key:

Data

{'content': '<p>[ἐξ- 1.]</p> <p>3 pl. ἐξοιχνεῦσι.</p>'}