Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐξερύω
ἐξέρχομαι
ἐξερωέω
ἐξεσάωσε
ἐξεσίη
ἐξέσπασε
ἐξέσσυτο
ἐξέστρεψε
ἐξέταμε
ἐξετανύσθη
ἐξετάνυσσε
ἐξετέλειον
ἐξετέλεσσα
ἐξετελεῦντο
ἑξέτης
ἐξέτι
ἐξευρίσκω
ἐξεφαάνθη
ἐξέφθιτο
ἐξέφυγον
ἐξέχυτο
View word page
ἐξετάνυσσε

3 sing. aor. ἐκτανύω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐξετάνυσσε
Headword (normalized):
ἐξετάνυσσε
Headword (normalized/stripped):
εξετανυσσε
IDX:
3380
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3381
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. ἐκτανύω.</p>'}