Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐξαφαιρέω
ἐξαφύω
ἐξάψας
ἐξεγένοντο
ἐξέθορε
ἐξείδω
ἑξείης
ἐξείλετο
ἔξειμι
ἐξείνισσα
ἐξεῖπον
ἐξείρομαι
ἐξείρυσε
ἐξείρω
ἔξεισθα
ἐξεκέχυντο
ἐξέκλεψε
ἐξεκυλίσθη
ἐξελάαν
ἐξελάθοντο
ἐξελαύνω
View word page
ἐξεῖπον

aor.

[ἐξ- 8.]

ShortDef

to speak out, tell out, declare

Debugging

Headword:
ἐξεῖπον
Headword (normalized):
ἐξεῖπον
Headword (normalized/stripped):
εξειπον
IDX:
3342
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3343
Key:

Data

{'content': '<p>aor.</p> <p>[ἐξ- 8.]</p>'}