Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἕννυμι
ἐννύχιος
ἔννυχος
ἐνοπή
ἐνόρνυμι
ἐνορούω
ἐνόρσας
ἔνορχος
Ἐνοσίχθων
ἐνστάζω
ἐνστηρίζω
ἐνστρέφω
ἐντανύω
ἐνταῦθα
ἐντανθοῖ
ἔντεα
ἐντείνω
ἔντερον
ἐντεσιεργός
ἐντέταται
ἐντεῦθεν
View word page
ἐνστηρίζω
[ἐν- 2.]
3 sing. plupf. pass. ἐνεστήρικτο.
ShortDef
to fix in
Debugging
Headword:
ἐνστηρίζω
Headword (normalized):
ἐνστηρίζω
Headword (normalized/stripped):
ενστηριζω
IDX:
3265
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3266
Key:
Data
{'content': '<p>[ἐν- 2.]</p> <p>3 sing. plupf. pass. ἐνεστήρικτο.</p>'}