Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἔνεικε
ἐνεικέμεν
ἐνείκεσας
ἔνειμε
ἔνειμεν
ἔνειμι
ἐνεῖσα
ἕνεκα
ἐνέκρυψε
ἐνέκυρσε
ἐνενήκοντα
ἐνένιπε
ἐνέπλησε
ἐνέπνευσε
ἐνέπρησε
ἐνέπω
ἐνερείδω
ἔνερθε
ἔνεροι
ἐνέρτερος
ἔνεσαν
View word page
ἐνενήκοντα

See ἐννήκοντα.

ShortDef

ninety

Debugging

Headword:
ἐνενήκοντα
Headword (normalized):
ἐνενήκοντα
Headword (normalized/stripped):
ενενηκοντα
IDX:
3185
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3186
Key:

Data

{'content': '<p>See ἐννήκοντα.</p>'}