Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐμπλήσας
ἔμπλητο
ἐμπνέω
ἐμπνύνθη
ἐμποιέω
ἐμπολάομαι
ἔμπορος
ἐμπρήθω
ἐμπυριβήτης
ἐμφορέω
ἔμφυλος
ἐμφύω
ἐν
ἕν
ἕνα
ἐναίρω
ἐναίσιμος
ἐναλίγκιος
ἐναμέλγω
ἔναντα
ἐναντίβιος
View word page
ἔμφυλος

[ἐμ-, ἐν- 1 + φῦλον.]

ShortDef

of the same tribe

Debugging

Headword:
ἔμφυλος
Headword (normalized):
ἔμφυλος
Headword (normalized/stripped):
εμφυλος
IDX:
3136
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3137
Key:

Data

{'content': '<p>[ἐμ-, ἐν- 1 + φῦλον.]</p>'}