Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἐμπάζομαι
ἔμπαιος
ἐμπάσσω
ἔμπεδος
ἔμπεσε
ἐμπεφύασι
ἔμπας
ἐμπίπλημι
ἐμπίπτω
ἔμπλειος
ἐμπλήγδην
ἔμπλην
ἐμπλήσας
ἔμπλητο
ἐμπνέω
ἐμπνύνθη
ἐμποιέω
ἐμπολάομαι
ἔμπορος
ἐμπρήθω
ἐμπυριβήτης
View word page
ἐμπλήγδην
[ἐμπλήσσω = ἐνιπλήσσω.]
ShortDef
madly, rashly
Debugging
Headword:
ἐμπλήγδην
Headword (normalized):
ἐμπλήγδην
Headword (normalized/stripped):
εμπληγδην
IDX:
3124
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3125
Key:
Data
{'content': '<p>[ἐμπλήσσω = ἐνιπλήσσω.]</p>'}