Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἀγακλεής
ἀγακλειτός
ἀγακλυτός
ἀγάλλω
ἄγαλμα
ἄγαμαι
ἄγαμος
ἀγάννιφος
ἀγανός
ἀγανοφροσύνη
ἀγανόφρων
ἀγαπάζω
ἀγαπάω
ἀγαπήνωρ
ἀγαπητός
ἀγάρροος
ἄγασθε
ἀγάσσατο
ἀγάστονος
ἀγαυός
ἀγγελία
View word page
ἀγανόφρων

[ἀγανός + φρήν.]

ShortDef

gentle of mood

Debugging

Headword:
ἀγανόφρων
Headword (normalized):
ἀγανόφρων
Headword (normalized/stripped):
αγανοφρων
IDX:
30
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.31
Key:

Data

{'content': '<p>[ἀγανός + φρήν.]</p>'}