Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐλελίζω
ἐλέλυντο
ἔλεξα
ἐλέξατο
ἐλεόθρεπτος
ἔλεος
ἐλεός
ἑλέσθαι
ἕλεσκον
ἕλετο
ἑλετός
ἕλευ
ἐλεύθερος
ἐλεύσομαι
ἐλεφαίρομαι
ἐλέφας
ἐλέχθην
ἔλεψε
ἕλῃ
ἐληλάδατο
ἐλήλαται
View word page
ἑλετός

-ή, -όν

[ἑλε-. See αἱρέω.]

ShortDef

that can be taken

Debugging

Headword:
ἑλετός
Headword (normalized):
ἑλετός
Headword (normalized/stripped):
ελετος
IDX:
3029
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3030
Key:

Data

{'content': '<p>-ή, -όν</p> <p>[ἑλε-. See αἱρέω.]</p>'}