Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἐλεέω
ἐλεήμων
ἐλεητύς
ἑλεῖν
ἔλεκτο
ἐλέλειπτο
ἐλελίζω
ἐλέλυντο
ἔλεξα
ἐλέξατο
ἐλεόθρεπτος
ἔλεος
ἐλεός
ἑλέσθαι
ἕλεσκον
ἕλετο
ἑλετός
ἕλευ
ἐλεύθερος
ἐλεύσομαι
ἐλεφαίρομαι
View word page
ἐλεόθρεπτος
[ἐλἑσ̓-ο-, ἕλος + θρεπ-, τρέφω.]
ShortDef
growing in marshes
Debugging
Headword:
ἐλεόθρεπτος
Headword (normalized):
ἐλεόθρεπτος
Headword (normalized/stripped):
ελεοθρεπτος
IDX:
3023
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.3024
Key:
Data
{'content': '<p>[ἐλἑσ̓-ο-, ἕλος + θρεπ-, τρέφω.]</p>'}