Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

αἱρέω
αἴροντας
αἶσα
ἀΐσθω
αἴσιμος
αἴσιος
ἀίσσω
ἄϊστος
ἀϊστόω
αἴσυλος
αἰσυμνητήρ
αἰσυμνήτης
αἴσχιστος
αἰσχίων
αἶσχος
αἰσχρός
αἰσχρῶς
αἰσχύνω
αἰτέω
αἰτιάομαι
αἰτίζω
View word page
αἰσυμνητήρ

-ῆρος, ὁ

[app. αἶσα + μνη-, μνάομαι. One who is mindful of justice.]

A prince Il. 24.347.

ShortDef

a prince

Debugging

Headword:
αἰσυμνητήρ
Headword (normalized):
αἰσυμνητήρ
Headword (normalized/stripped):
αισυμνητηρ
IDX:
292
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.293
Key:

Data

{'content': '<p>-ῆρος, ὁ</p> <p>[app. αἶσα + μνη-, μνάομαι. One who is mindful of justice.]</p> <p>A prince Il. 24.347.</p>'}