Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐκμυζάω
ἐκορέσθην
ἐκορέσσατο
ἔκοψα
ἔκπαγλος
ἔκπαγλος
ἐκπαιφάσσω
ἐκπάλλω
ἐκπατάσσω
ἐκπέμπω
ἐκπεπαταγμένος
ἐκπέποται
ἐκπεράω
ἐκπέρθω
ἔκπεσε
ἐκπεφυυῖαι
ἐκπίνω
ἐκπίπτω
ἐκπλήσσω
ἐκποτέομαι
ἐκπρεπής
View word page
ἐκπεπαταγμένος

pf. pple. pass. ἐκπατάσσω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐκπεπαταγμένος
Headword (normalized):
ἐκπεπαταγμένος
Headword (normalized/stripped):
εκπεπαταγμενος
IDX:
2925
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2926
Key:

Data

{'content': '<p>pf. pple. pass. ἐκπατάσσω.</p>'}