Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἑκατόζυγος
ἑκατόμβη
ἑκατόμβοιος
ἑκατόμπεδος
ἑκατόμπολις
ἑκατόμπυλος
ἑκατόν
ἕκατος
ἐκβαίνω
ἐκβάλλω
ἔκβασις
ἐκβλώσκω
ἐκγεγάμεν
ἐκγεγαῶτι
ἐκγελάω
ε0κγίγνομαι
ἔκγονος
ἐκδέρω
ἐκδέχομαι
ἐκδέω
ἔκδηλος
View word page
ἔκβασις

[ἐκ- 1 + βα-, βαίνω.]

ShortDef

a way out, egress

Debugging

Headword:
ἔκβασις
Headword (normalized):
ἔκβασις
Headword (normalized/stripped):
εκβασις
IDX:
2859
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2860
Key:

Data

{'content': '<p>ἡ</p> <p>[ἐκ- 1 + βα-, βαίνω.]</p>'}