Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐκάθηρε
ἐκαλέσσατο
ἐκάλυψε
ἐκάπυσσε
ἑκάς
ἑκάστοθι
ἕκαστος
ἑκάτερθε
ἑκατηβελέτης
ἑκατηβόλος
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
ἑκατόμβη
ἑκατόμβοιος
ἑκατόμπεδος
ἑκατόμπολις
ἑκατόμπυλος
ἑκατόν
ἕκατος
ἐκβαίνω
ἐκβάλλω
View word page
ἑκατόγχειρος

[ἑκατόν + χείρ.]

ShortDef

hundred-handed

Debugging

Headword:
ἑκατόγχειρος
Headword (normalized):
ἑκατόγχειρος
Headword (normalized/stripped):
εκατογχειρος
IDX:
2848
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2849
Key:

Data

{'content': '<p>[ἑκατόν + χείρ.]</p>'}