Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐκ
ἑκάεργος
ἐκάη
ἕκαθεν
ἐκάθηρε
ἐκαλέσσατο
ἐκάλυψε
ἐκάπυσσε
ἑκάς
ἑκάστοθι
ἕκαστος
ἑκάτερθε
ἑκατηβελέτης
ἑκατηβόλος
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
ἑκατόμβη
ἑκατόμβοιος
ἑκατόμπεδος
ἑκατόμπολις
ἑκατόμπυλος
View word page
ἕκαστος

-η, -οϝ (ϝέκαστος).

ShortDef

every, every one, each, each one

Debugging

Headword:
ἕκαστος
Headword (normalized):
ἕκαστος
Headword (normalized/stripped):
εκαστος
IDX:
2844
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2845
Key:

Data

{'content': '<p>-η, -οϝ (ϝέκαστος).</p>'}