Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
εἶχον
εἰω
εἴωθε
ἐκ
ἑκάεργος
ἐκάη
ἕκαθεν
ἐκάθηρε
ἐκαλέσσατο
ἐκάλυψε
ἐκάπυσσε
ἑκάς
ἑκάστοθι
ἕκαστος
ἑκάτερθε
ἑκατηβελέτης
ἑκατηβόλος
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
ἑκατόμβη
ἑκατόμβοιος
View word page
ἐκάπυσσε
3 sing. aor. καπύω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐκάπυσσε
Headword (normalized):
ἐκάπυσσε
Headword (normalized/stripped):
εκαπυσσε
IDX:
2841
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2842
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. καπύω.</p>'}