Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἄγαγον
ἀγαθός
ἀγαίομαι
ἀγακλεής
ἀγακλειτός
ἀγακλυτός
ἀγάλλω
ἄγαλμα
ἄγαμαι
ἄγαμος
ἀγάννιφος
ἀγανός
ἀγανοφροσύνη
ἀγανόφρων
ἀγαπάζω
ἀγαπάω
ἀγαπήνωρ
ἀγαπητός
ἀγάρροος
ἄγασθε
ἀγάσσατο
View word page
ἀγάννιφος

[ἀγα- + νίφω.]

ShortDef

much snowed on, snow-capt

Debugging

Headword:
ἀγάννιφος
Headword (normalized):
ἀγάννιφος
Headword (normalized/stripped):
αγαννιφος
IDX:
27
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.28
Key:

Data

{'content': '<p>[ἀγα- + νίφω.]</p>'}