Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

εἰσάμενος
εἷσαν
εἰσαναβαίνω
εἰσανάγω
εἰσανείδω
εἰσάνειμι
εἰσανιδών
εἰσανιών
εἰσάντα
εἴσατο
εἴσατο
εἰσαφικάνω
εἰσαφικνέομαι
εἰσβαίνω
εἷσε
εἴσεαι
εἰσείδω
εἴσειμι
εἰσελαύνω
εἰσελθών
εἰσέπτατο
View word page
εἴσατο

3 sing. aor. mid. ἵημι2.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εἴσατο
Headword (normalized):
εἴσατο
Headword (normalized/stripped):
εισατο
IDX:
2793
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2794
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. aor. mid. ἵημι2.</p>'}