Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

εἴρηται
ἔριον
εἰροκόμος
ἔρομαι
εἰροπόκος
εἶρος
crossref
εἰρύ͂αται
εἰρύατο
εἰρὐατο
εἴρυντο
εἴρυντο
εἰρυόμεσθα
εἰρυσάμην
εἰρύσατο
εἴρυσ̔σ̓ε
εἰρύσσασθαι
εἰρύσσατο
εἰρύσσονται
εἴρυτο
εἴρυτο
View word page
εἴρυντο

3 pl. plupf. pass. ἐρύω1.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εἴρυντο
Headword (normalized):
εἴρυντο
Headword (normalized/stripped):
ειρυντο
IDX:
2764
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2765
Key:

Data

{'content': '<p>3 pl. plupf. pass. ἐρύω1.</p>'}