Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἐεργμέναι
ἐέργνυ
ἐέργω
ἐέρση
ἔερτο
ἐέρχατο
ἐέσσατο
ἑέσσατο
ἕεστο
ἐζευγμέναι
ἔζευξαν
ἕζομαι
ἔῃ
ἕηκε
ἔην
ἑήνδανε
ἑῆος
ἔησθα
ἔῃσι
ἔθανε
ἔθειρα
View word page
ἔζευξαν
3 pl. aor. ζεύγνυμι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἔζευξαν
Headword (normalized):
ἔζευξαν
Headword (normalized/stripped):
εζευξαν
IDX:
2648
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2649
Key:
Data
{'content': '<p>3 pl. aor. ζεύγνυμι.</p>'}