Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐδίδου
ἐδίηνε
ἔδμεναι
ἕδνα
ἕδος
ἔδοσαν
ἔδραθε
ἔδρακον
ἔδραμε
ἕδρα
ἑδριάομαι
ἔδυ
ἐδυνάσθη
ἐδυνήσατο
ἔδυσαν
ἔδυσαν
ἐδύσετο
ἐδύτην
ἔδω
ἐδωδή
ἔδωκα
View word page
ἑδριάομαι

[(σ)εδ-, ἕζομαι.]

3 pl. impf. ἑδριόωντο Il. 10.198: Od. 6.98, Od. 16.344.

Infin. ἑδριάασθαι Il. 11.646, 778: Od. 3.35.

ShortDef

sit down, take seats

Debugging

Headword:
ἑδριάομαι
Headword (normalized):
ἑδριάομαι
Headword (normalized/stripped):
εδριαομαι
IDX:
2610
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2611
Key:

Data

{'content': '<p>[(σ)εδ-, ἕζομαι.]</p> <p>3 pl. impf. ἑδριόωντο Il. 10.198: Od. 6.98, Od. 16.344.</p> <p>Infin. ἑδριάασθαι Il. 11.646, 778: Od. 3.35.</p>'}