Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἐγχέω
ἔγχος
ἐγχρίμπτω
ἐγώ
ἐδάην
ἐδαμάσθην
ἐδάμασσα
ἐδάμη
ἑδανός
ἐδάσσατο
ἔδαφος
ἔδαψε
ἐδέγμην
ἐδέδμητο
ἐδείδιμεν
ἔδειμα
ἔδειξε
ἔδειραν
ἔδεισε
ἐδέξατο
ἔδεσκε
View word page
ἔδαφος
τό.
ShortDef
the bottom, foundation, base
Debugging
Headword:
ἔδαφος
Headword (normalized):
ἔδαφος
Headword (normalized/stripped):
εδαφος
IDX:
2583
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2584
Key:
Data
{'content': '<p>τό.</p>'}