Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐγρηγόρθασι
ἐγρηγορτί
ἐγρήσσω
ἔγροιτο
ἐγχείη
ἐγχείῃ
ἔγχελυς
ἐγχεσίμωρος
ἐγχέσπαλος
ἐγχέω
ἔγχος
ἐγχρίμπτω
ἐγώ
ἐδάην
ἐδαμάσθην
ἐδάμασσα
ἐδάμη
ἑδανός
ἐδάσσατο
ἔδαφος
ἔδαψε
View word page
ἔγχος

-εος, τό

[cf. ἐγχείη.]

ShortDef

a spear, lance

Debugging

Headword:
ἔγχος
Headword (normalized):
ἔγχος
Headword (normalized/stripped):
εγχος
IDX:
2574
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2575
Key:

Data

{'content': '<p>-εος, τό</p> <p>[cf. ἐγχείη.]</p>'}