Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐγρηγοράω
ἐγρήγορθαι
ἐγρηγόρθασι
ἐγρηγορτί
ἐγρήσσω
ἔγροιτο
ἐγχείη
ἐγχείῃ
ἔγχελυς
ἐγχεσίμωρος
ἐγχέσπαλος
ἐγχέω
ἔγχος
ἐγχρίμπτω
ἐγώ
ἐδάην
ἐδαμάσθην
ἐδάμασσα
ἐδάμη
ἑδανός
ἐδάσσατο
View word page
ἐγχέσπαλος

[ἐγχεσ-, ἔγχος + πάλλω.]

ShortDef

wielding the spear

Debugging

Headword:
ἐγχέσπαλος
Headword (normalized):
ἐγχέσπαλος
Headword (normalized/stripped):
εγχεσπαλος
IDX:
2572
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2573
Key:

Data

{'content': '<p>[ἐγχεσ-, ἔγχος + πάλλω.]</p>'}