Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἐγκρύπτω
ἐγκύρω
ἔγνων
ἔγρετο
ἐγρηγοράω
ἐγρήγορθαι
ἐγρηγόρθασι
ἐγρηγορτί
ἐγρήσσω
ἔγροιτο
ἐγχείη
ἐγχείῃ
ἔγχελυς
ἐγχεσίμωρος
ἐγχέσπαλος
ἐγχέω
ἔγχος
ἐγχρίμπτω
ἐγώ
ἐδάην
ἐδαμάσθην
View word page
ἐγχείη
-ης, ἡ
[͂ ἔγχος.]
ShortDef
a spear, lance
Debugging
Headword:
ἐγχείη
Headword (normalized):
ἐγχείη
Headword (normalized/stripped):
εγχειη
IDX:
2568
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2569
Key:
Data
{'content': '<p>-ης, ἡ</p> <p>[͂ ἔγχος.]</p>'}