Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
ἔγκειμαι
ἐγκέκλιται
ἐγκεράννυμι
ἐγκέφαλος
ἐγκλίνω
ἐγκονέω
ἐγκοσμέω
ἐγκρύπτω
ἐγκύρω
ἔγνων
ἔγρετο
ἐγρηγοράω
ἐγρήγορθαι
ἐγρηγόρθασι
ἐγρηγορτί
ἐγρήσσω
ἔγροιτο
ἐγχείη
ἐγχείῃ
ἔγχελυς
ἐγχεσίμωρος
View word page
ἔγρετο
3 sing. aor. mid. ἐγείρω.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἔγρετο
Headword (normalized):
ἔγρετο
Headword (normalized/stripped):
εγρετο
IDX:
2561
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2562
Key:
Data
{'content': '<p>3 sing. aor. mid. ἐγείρω.</p>'}