Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

αἰθρηγενής
αἰθρηγενής
αἶθρος
αἴθυια
αἴθω
αἴθων
ἀϊκή
ἀϊκῶς
αἷμα
αἱμασιή
αἱματόεις
αἱμοφόρυκτος
αἱμύλιος
αἵμων
αἰναρέτης
αἰνέω
αἰνίζομαι
αἰνόθεν
αἰνόμορος
αἰνοπαθής
αἶνος
View word page
αἱματόεις

-όεσσα, -όεν

[αἱματ-, αἷμα.]

ShortDef

blood-red

Debugging

Headword:
αἱματόεις
Headword (normalized):
αἱματόεις
Headword (normalized/stripped):
αιματοεις
IDX:
255
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.256
Key:

Data

{'content': '<p>-όεσσα, -όεν</p> <p>[αἱματ-, αἷμα.]</p>'}