Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

ἐγείνατο
ἐγείρω
ἐγέλασσε
ἐγένοντο
ἔγημε
ἐγήρα
ἔγκατα
ἐγκαταπήγνυμι
ἐγκατατίθημι
ἔγκειμαι
ἐγκέκλιται
ἐγκεράννυμι
ἐγκέφαλος
ἐγκλίνω
ἐγκονέω
ἐγκοσμέω
ἐγκρύπτω
ἐγκύρω
ἔγνων
ἔγρετο
ἐγρηγοράω
View word page
ἐγκέκλιται

3 sing. pf. pass. ἐγκλίνω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐγκέκλιται
Headword (normalized):
ἐγκέκλιται
Headword (normalized/stripped):
εγκεκλιται
IDX:
2552
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2553
Key:

Data

{'content': '<p>3 sing. pf. pass. ἐγκλίνω.</p>'}