Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δώῃ
δῶκα
δῶμα
δώομεν
δωρέομαι
δωρητός
δῶρον
δῶσι
δῷσι
δώσω
δωτήρ
δωτίνη
δώτωρ
δώωσι
ἕ
ἔα
ἐάᾳς
ἐάᾳς
ἐά͂γη
ἐάγῃ
ἑαδότα
View word page
δωτήρ
-ῆρος
[δω-, δίδωμι.]
ShortDef
a giver
Debugging
Headword:
δωτήρ
Headword (normalized):
δωτήρ
Headword (normalized/stripped):
δωτηρ
IDX:
2497
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2498
Key:
Data
{'content': '<p>-ῆρος</p> <p>[δω-, δίδωμι.]</p>'}