Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δυωδέκατος
δυωκαιεικοσίμετρος
δυωκαιεικοσίπηχυς
δῶ
δῶ
δώδεκα
δωδέκατος
δώῃ
δῶκα
δῶμα
δώομεν
δωρέομαι
δωρητός
δῶρον
δῶσι
δῷσι
δώσω
δωτήρ
δωτίνη
δώτωρ
δώωσι
View word page
δώομεν

δῶμεν

1 pl. aor. subj. δίδωμι.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δώομεν
Headword (normalized):
δώομεν
Headword (normalized/stripped):
δωομεν
IDX:
2490
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2491
Key:

Data

{'content': '<p>δῶμεν</p> <p>1 pl. aor. subj. δίδωμι.</p>'}