Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δυωδεκάβοιος
δυωδέκατος
δυωκαιεικοσίμετρος
δυωκαιεικοσίπηχυς
δῶ
δῶ
δώδεκα
δωδέκατος
δώῃ
δῶκα
δῶμα
δώομεν
δωρέομαι
δωρητός
δῶρον
δῶσι
δῷσι
δώσω
δωτήρ
δωτίνη
δώτωρ
View word page
δῶμα
-ατος, τό
[cf. δόμος.]
ShortDef
a house
Debugging
Headword:
δῶμα
Headword (normalized):
δῶμα
Headword (normalized/stripped):
δωμα
IDX:
2489
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2490
Key:
Data
{'content': '<p>-ατος, τό</p> <p>[cf. δόμος.]</p>'}