Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δύσω
δυσώνυμος
δυσωρέομαι
δῦτε
δύω
δύω2
δυώδεκα
δυωδεκάβοιος
δυωδέκατος
δυωκαιεικοσίμετρος
δυωκαιεικοσίπηχυς
δῶ
δῶ
δώδεκα
δωδέκατος
δώῃ
δῶκα
δῶμα
δώομεν
δωρέομαι
δωρητός
View word page
δυωκαιεικοσίπηχυς

[πῆχυς in sense cubit.]

Twenty-two cubits long: ξυστόν Il. 15.678.

ShortDef

cubits long

Debugging

Headword:
δυωκαιεικοσίπηχυς
Headword (normalized):
δυωκαιεικοσίπηχυς
Headword (normalized/stripped):
δυωκαιεικοσιπηχυς
IDX:
2482
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2483
Key:

Data

{'content': '<p>-υ</p> <p>[πῆχυς in sense cubit.]</p> <p>Twenty-two cubits long: ξυστόν Il. 15.678.</p>'}