Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δυσηλεγής
δυσηχής
δυσθαλπής
δύσκε
δυσκέλαδος
δυσκηδής
δυσκλεής
δυσμενέων
δυσμενής
δυσμήτηρ
δύσμορος
δύσομαι
δυσομένου
δύσπαρις
δυσπέμφελος
δυσπονής
δύστηνος
δυσχείμερος
δύσω
δυσώνυμος
δυσωρέομαι
View word page
δύσμορος
[δυσ- 1 + μόρος.]
ShortDef
ill-fated, ill-starred
Debugging
Headword:
δύσμορος
Headword (normalized):
δύσμορος
Headword (normalized/stripped):
δυσμορος
IDX:
2464
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2465
Key:
Data
{'content': '<p>[δυσ- 1 + μόρος.]</p>'}