Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δύη
δύη
δύῃ
δῦθι
δύμεναι
δύναμαι
δύναμις
δυνάσθη
δύνηαι
δυνήσατο
δύντα
δύο
δυοκαίδεκα
δυόωσι
δυσαής
δῦσαι
δυσάμμορος
δύσαντο
δυσαριστοτόκεια
δύσετο
δύσζηλος
View word page
δύντα

acc. sing. masc. aor. pple. δύω.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δύντα
Headword (normalized):
δύντα
Headword (normalized/stripped):
δυντα
IDX:
2443
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2444
Key:

Data

{'content': '<p>acc. sing. masc. aor. pple. δύω.</p>'}