Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δόναξ
δονέω
δόντες
δόξα
δορός
δορπέω
δόρπον
δόρυ
δός
δόσαν
δόσις
δόσκον
δότε
δοτήρ
δότω
δούλειος
δούλη
δούλιος
δουλιχόδειρος
δουλοσύνη
δοῦναι
View word page
δόσις

[δο-, δίδωμι.]

ShortDef

a giving

Debugging

Headword:
δόσις
Headword (normalized):
δόσις
Headword (normalized/stripped):
δοσις
IDX:
2383
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2384
Key:

Data

{'content': '<p>ἡ</p> <p>[δο-, δίδωμι.]</p>'}