Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cunliffe (Lex Entries)
δόμος
δονακεύς
δόναξ
δονέω
δόντες
δόξα
δορός
δορπέω
δόρπον
δόρυ
δός
δόσαν
δόσις
δόσκον
δότε
δοτήρ
δότω
δούλειος
δούλη
δούλιος
δουλιχόδειρος
View word page
δός
aor. imp. δίδωμι.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δός
Headword (normalized):
δός
Headword (normalized/stripped):
δος
IDX:
2381
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2382
Key:
Data
{'content': '<p>aor. imp. δίδωμι.</p>'}