Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cunliffe (Lex Entries)

δολιχός
δολιχόσκιος
δολόεις
δολομήτης
δολόμητις
δόλος
δολοφρονέω
δολοφροσύνη
δόμεν
δόμεν
δόμονδε
δόμος
δονακεύς
δόναξ
δονέω
δόντες
δόξα
δορός
δορπέω
δόρπον
δόρυ
View word page
δόμονδε

[acc. of δόμος + -δε 1.]

ShortDef

home, homeward

Debugging

Headword:
δόμονδε
Headword (normalized):
δόμονδε
Headword (normalized/stripped):
δομονδε
IDX:
2370
URN:
urn:cite2:exploreHomer:entries.atlas_v1:1.2371
Key:

Data

{'content': '<p>[acc. of δόμος + -δε 1.]</p>'}